ΧΡΗΣΤΟΣ
ΦΛΟΥΡΗΣ
Διθύραμβοι σιωπής
Πόσους ορόφους φαντασίας θα θεμελιώσω ακόμη στη σαθρότητα
Πόσα παράθυρα να ανοίξω ακόμη,
αφού όλα βλέπουν στον ακάλυπτο των αντιφάσεών μου
πόσα μπαλκόνια να κρεμάσω στο κενό
αφού όλα έχουν θέα στη θάλασσα των πόθων μου;
Ενσκήπτω εντός μου. σπηλιές αυτογνωσίας ανοίγονται βαθιές
και μέσα τους ασίγαστες φιλοξενούνται ροές σταλακτιτών
κι αρχέγονα ασπόνδυλα ερπετά ,ακροβολισμένα
ήσυχα κυοφορούν τις ανησυχίες μου
Ποιος Ζεύγος σαρκοβόρων χαρταετών και σε ποιόν Καύκασο
κατασπαράζει το ήπαρ , του άφθαρτου αιώνος
την ώρα που βουλή θνητών ονείρων αποφασίζει : εγρήγορση
Προτού προλάβει κι έρθει το ξημέρωμα
Ενσκήπτω κι υποκύπτω , και κλείνομαι
αφού τριγύρω δεν μπορώ να βρω Ειλικρινή χαμόγελα
και πώς να τον χλευάσω μόνος μου το θάνατο
πώς να ξεχάσω πως αλλάζει ολοένα η όψη μου
πώς, πως η άνασσα φθορά στο θρόνο Διαδέχεται την Αίγλη,
μ΄ αλαλαγμούς και κρούοντας κύμβαλα του θριάμβου
διθύραμβοι σιωπής δοξάζουν την αναγέννηση που αργεί
κι η γη όλο και υποχωρεί στο σείσμα του αναπόφευκτου
-πάντα απαράλλαχτος ο φόβος του αναπόφευκτου
εις τους αιώνας των αιώνων-
κι η αντανάκλαση του ηλίου δεν μ' αγγίζει πια…
λιγοστεύω . κι εγώ δεν ξέρω τι θα βγει μετρώντας το άπειρο
Κι υπολογίζοντας με αριθμούς τα ακαταλόγιστα
ΑΝΝΑ
ΚΑΓΙΑΜΠΑΚΗ
Τι περιμένεις λοιπόν;
Λαθραναγνώστης ψυχών, γητευτής των ονείρων
απλώνει σ' ουράνιους βυθούς διαμαντένια αστροστόλιστα μάτια
κι εκείνα διηγούνται τις μέρες σου σε τάγματα αγγέλων.
Τι περιμένεις λοιπόν, μετρώντας σιωπές και στιγμές της ψυχής
κουρασμένες;
Τάχα τον πρίγκιπα κάποιου παραμυθιού, ή μήπως κάποιου πρίγκιπα το
παραμύθι;
Τα ρόδα απανθίζουν και μένουν μονάχα τ' αγκάθια κι οι ρίζες
στη γη που γοργά σε προσμένει.
Οι αγγέλοι πετάνε μακριά απ' τα πεδία μαχών της καρδιάς σου,
τα ουράνια μάτια σφαλίζουν τα βλέφαρα, τα δάκρυα να διώξουν
κι ο γητευτής από ιστούς αραχνών λευτερώνει νεκρά τα όνειρά σου...
ΑΘΗΝΑ
ΛΑΓΟΥ
Απόψε εγώ κρασί θα πιω
Απόψε εγώ κρασί θα πιω
θα πιω και ας μεθύσω
θα πιω για την αγάπη μου
κι έτσι θα το γλεντήσω
Και αν μεθύσω απ΄το κρασί
ένα να ξέρεις μόνο
με το κρασί απ' τα χείλη της
εγώ μονάχα λιώνω
Κάτσε μαζί μου για να πιεις
φίλε ένα κρασάκι
να δεις για πότε γίνεσαι
κι εσύ μεθυσμενάκι
Να θυμηθούμε τα παλιά
να πούμε και τραγούδια
τραβιέται απόψε το ποτό
μικρή φέρε λουλούδια
Να τα απλώσω στην ποδιά
εκείνης π' αγαπάω
για χάρη της που μέθυσα
και στην καρδιά πονάω
|